Πώς οι ΗΠΑ φαίνονται όλο και πιο αδύναμες, καθώς το Ισραήλ σκληραίνει τη στάση του
Η χερσαία εισβολή που ξεκίνησε το Ισραήλ στον Λίβανο, πέρα από τη σκληρή πραγματικότητα που φέρνει στα πεδία των συγκρούσεων, αναδεικνύει όλο και περισσότερο μια αρνητική παράμετρο για την Ουάσιγκτον, που μοιάζει αδύναμη να χαλιναγωγήσει τον σύμμαχό της ή να επηρεάσει άλλους σημαντικούς παίκτες στη Μέση Ανατολή προς την κατεύθυνση της αποφυγής μιας ταχέως επιδεινούμενης περιφερειακής κρίσης.
Το Τελ Αβίβ ξεκίνησε χθες Δευτέρα το επόμενο στάδιο της επίθεσής της κατά της Χεζμπολάχ με αυτό που οι Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις (IDF) αποκαλούν «περιορισμένη χερσαία επιχείρηση» στον Λίβανο, παρά τα αιτήματα της αμερικάνικης κυβέρνησης για αυτοσυγκράτηση και τις εκκλήσεις για αποκλιμάκωση.
Η ισραηλινή εισβολή έλαβε χώρα λίγες ώρες αφότου ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν είχε δηλώσει ότι νιώθει πιο άνετα που πλέον σταματούν οι επιχειρήσεις, κάνοντας άλλη μια φορά έκκληση για κατάπαυση του πυρός.
Το μοτίβο της ισραηλινής ανυπακοής έχει επαναληφθεί κατά κόρον μετά τις επιθέσεις της Χαμάς στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου, καθώς ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπεντζαμίν Νετανιάχου συχνά ενεργεί πρώτα και μετά συμβουλεύεται τις ΗΠΑ, ακόμη και όταν οι ενέργειές του εντείνουν τους φόβους ότι οι ΗΠΑ θα συρθούν σε έναν καταστροφικό περιφερειακό πόλεμο. Οι ΗΠΑ δεν είχαν ενημερωθεί εκ των προτέρων, για παράδειγμα, για την ισραηλινή αεροπορική επιδρομή την Παρασκευή που σκότωσε τον ηγέτη της Χεζμπολάχ, Χασάν Νασράλα, παρότι ο παγκόσμιος αντίκτυπος θα ήταν αναπόφευκτα σοβαρός.
Η ισραηλινή στάση κάνει συχνά την κυβέρνηση Μπάιντεν να φαίνεται θεατής παρά ενεργός παίκτης στα γεγονότα. Παρά την εξαντλητική διπλωματία στην οποία έχει επιδωθεί τους τελευταίους μήνες ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν, τα αποτελέσματα είναι πενιχρά και παρά τις πιέσεις, φαίνεται ότι ούτε το Ισραήλ, ούτε η Χαμάς θέλουν μια κατάπαυση του πυρός.
Κάθε φορά που οι απόψεις ενός Αμερικανού προέδρου περιθωριοποιούνται ή απορρίπτονται δημοσίως, υπάρχει κόστος τόσο για το προσωπικό του κύρος, όσο και για την αντίληψη των ΗΠΑ ως παγκόσμια δύναμη. Ειδικά μάλιστα ο Μπάιντεν, ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντά του ως ειδικός στην εξωτερική πολιτική, κινδυνεύει να εγκαταλείψει τον Λευκό Οίκο σε λίγους μήνες με έναν πόλεμο να μαίνεται στη Μέση Ανατολή.
Άλλωστε, τα ζωτικά συμφέροντα των ΗΠΑ δεν περιορίζονται μόνο στη διατήρηση ενός ισχυρού Ισραήλ. Ο Λευκός Οίκος σε καμία περίπτωση δεν είναι διατεθειμένος να παρασυρθεί σε μια άλλη σφοδρή σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, δεδομένων των δύο δεκαετιών που χρειάστηκαν για να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από το Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Την ίδια ώρα, οι παγκόσμιες πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις μετά από ένα έτος έντονων συγκρούσεων στην περιοχή είναι τεράστιες. Για παράδειγμα, μήνες επιθέσεων των Χούθι σε εμπορικά πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα έχουν επιφέρει κλιμακωτές οικονομικές επιπτώσεις εξαιτίας της επιβράδυνσης των αλυσίδων εφοδιασμού, καθώς πλέον οι ναυτιλιακές εταιρείες μεταφέρουν τα εμπορεύματά τους περιπλέοντας την Αφρική, ενώ είναι συχνές οι επιθέσεις και σε αμερικανικές ή συμμαχικές ναυτικές δυνάμεις Οι επιδρομές αυτές είναι απίθανο να τελειώσουν όσο το Ισραήλ συνεχίζει τις επιχειρήσεις στη Γάζα και τον Λίβανο.
Σε αυτό το πλαίσιο, όσο περισσότερο συνεχίζονται οι εχθροπραξίες, τόσο μεγαλύτερη είναι η απειλή ότι οι συγκρούσεις που κλιμακώνονται σε ολόκληρη την περιοχή θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε έναν επικίνδυνο πολυμέτωπο πόλεμο και ότι θα μπορούσε να ξεσπάσει μια άμεση σύγκρουση μεταξύ των ΗΠΑ και του Ιράν. Ένας περιφερειακός πόλεμος θα είχε καταστροφικές οικονομικές συνέπειες και θα μπορούσε να εκτραπεί περαιτέρω από τον οποιοδήποτε αρχικό σχεδιασμό της Ουάσιγκτον και να εμπλέξει με τον έναν ή άλλο τρόπο τη νέα υπερδύναμη, την Κίνα.
Πηγή: CNN
Πηγή: ertnews.gr
Πηγή: thecaller.gr