Κυριάκος Μητσοτάκης: «Aπολύτως εφικτός ο στόχος της αυτοδυναμίας στη δεύτερη κάλπη»
«Θεωρώ ότι ο στόχος της αυτοδυναμίας στη δεύτερη κάλπη είναι απολύτως εφικτός. Υπάρχει ένα ζήτημα αυτή τη στιγμή: ποιοι μπορούν να διαχειριστούν το μέλλον της χώρας σε συνθήκες μεγάλων κρίσεων».
«Νομίζω ότι πια είναι σαφές ότι το συλλογικό όφελος από μία τολμηρή πορεία μεταρρυθμίσεων είναι αυτό το οποίο βλέπουμε: είναι το 6% ανάπτυξη, είναι η αποκλιμάκωση της ανεργίας, είναι οι περισσότερες επενδύσεις, είναι σταδιακά η βελτίωση των μισθών και είναι και το πλεόνασμα το οποίο αυτή η ανάπτυξη δημιουργεί, για να μπορούμε να κάνουμε σοβαρή κοινωνική πολιτική», σημείωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε συζήτηση με τον διευθυντή του Boston Consulting Group, Βασίλη Αντωνιάδη, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης των Συλλόγων Αποφοίτων των Πανεπιστημίων Georgetown και Harvard στην Ελλάδα.
Υπογράμμισε ακόμη πως δεν νοείται ανάπτυξη χωρίς αύξηση του βιοτικού επιπέδου για όλους και πως η πρόκληση είναι αυτή η δεκαετία να είναι η δεκαετία ενός μεγάλου άλματος. Σχετικά με τις εκλογές χαρακτήρισε απολύτως εφικτό το στόχο της αυτοδυναμίας στη δεύτερη κάλπη.
«Έχουμε πια απτά αποτελέσματα και αποδείξεις ότι αυτό το οποίο σχεδιάζαμε μπορέσαμε και το υλοποιήσαμε, παρότι αντιμετωπίσαμε μια σειρά από πολύ μεγάλες εξωγενείς κρίσεις, που σίγουρα έκαναν τη ζωή μας πιο δύσκολη. Κάποιες πιστεύω ότι μπορέσαμε να τις μετατρέψουμε και σε μία ουσιαστική ευκαιρία για να τρέξουμε ακόμα πιο γρήγορα ιδέες και σχέδια τα οποία είχαμε ήδη δρομολογήσει», συμπλήρωσε ο πρωθυπουργός.
Επεσήμανε ακόμη πως «για πολλούς είναι έκπληξη ότι σήμερα η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται πολύ πιο γρήγορα από ότι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος. Αυτό δεν ισχύει μόνο για το ’21 αλλά και για το ’22, θα ισχύσει για το ’23. Και νομίζω η μεγάλη πρόκληση είναι να μπορέσουμε να κρατήσουμε αυτήν την απόσταση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο με μία ανάπτυξη η οποία θα είναι διατηρήσιμη, αλλά θα έχει και πολύ συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά».
Και πρόσθεσε: «αυτά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά κρύβουν και το όραμά μου για την Ελλάδα του 2030. Δηλαδή μία ανάπτυξη εξωστρεφή, καινοτόμα, φιλική προς το περιβάλλον και δίκαιη. Δίκαιη με την έννοια του ότι σε μία εποχή όπου οι δυνάμεις του λαϊκισμού εξακολουθούν να είναι παρούσες -θα πρέπει να καταλάβουμε ότι ο λαϊκισμός δεν θεριεύει σε ένα κενό- ουσιαστικά υπάρχουν πραγματικές έννοιες και πραγματικά ζητήματα που αφορούν μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας, τα οποία πρέπει ουσιαστικά τα αντιμετωπίσουμε».
Υπογράμμισε επίσης πως για τον ίδιο «δεν νοείται ανάπτυξη χωρίς αύξηση του βιοτικού επιπέδου για όλους, ειδικά θα έλεγα για τους χαμηλόμισθους, γιατί στη χώρα μας οι μισθοί ακόμα είναι χαμηλοί σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Αυτό το σχέδιο, λοιπόν, σήμερα είναι πολύ πιο εύκολο να το εξηγήσουμε σε ξένους επενδυτές, να κινητοποιήσουμε κεφάλαια και από το εξωτερικό αλλά και από το εγχώρια, διότι η ανάπτυξη πρέπει να τροφοδοτείται πρωτίστως από επενδύσεις.
Είχαμε ένα τεράστιο επενδυτικό κενό στη χώρα, έγινε χειρότερο τα χρόνια της κρίσης και πρέπει να το γεφυρώσουμε και κινούμαστε σε αυτή τη κατεύθυνση και πρέπει να τρέξουμε ακόμα πιο γρήγορα για να μπορέσουμε να το κάνουμε».
Αναφερόμενος στους μακροπρόθεσμους στόχους για την Ελλάδα, μετά από μία δεκαετή κρίση, ο πρωθυπουργός σημείωσε: «Η πρόκληση είναι αυτή η δεκαετία να είναι η δεκαετία ενός μεγάλου άλματος.
Και πραγματικά να μπορούμε να δούμε πιο μπροστά από άλλες χώρες, όχι πώς θα είναι η Ελλάδα, πώς θα είναι ο κόσμος. Γιατί αν δεν καταλάβουμε πώς θα είναι ο κόσμος δεν μπορούμε να τοποθετήσουμε εύκολα την Ελλάδα σε αυτόν τον κόσμο ο οποίος αλλάζει».
«Η Ελλάδα του 2030 πρέπει να είναι μία Ελλάδα η οποία όταν θα γυρνάμε πίσω 10 χρόνια θα λέμε “μπορέσαμε”. Νομίζω ότι έχουμε κάνει την αρχή, αλλά έχουμε πολλά βήματα ακόμα. Υπάρχουν χώρες που έκαναν τέτοια άλματα», πρόσθεσε.
Απαντώντας σε ερώτηση για τις εθνικές εκλογές ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε: «Θεωρώ ότι ο στόχος της αυτοδυναμίας στη δεύτερη κάλπη είναι απολύτως εφικτός. Υπάρχει ένα ζήτημα αυτή τη στιγμή: ποιοι μπορούν να διαχειριστούν το μέλλον της χώρας σε συνθήκες μεγάλων κρίσεων.
Και επειδή έχουμε πια τέσσερα χρόνια Νέας Δημοκρατίας και συγκρίνονται με τα τέσσερα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ -γιατί αυτός είναι ο βασικός μας διεκδικητής- και υπάρχουν και δύο πρόσωπα, ένας τέως πρωθυπουργός κι ένας νυν πρωθυπουργός, η σύγκριση είναι πολύ ξεκάθαρη».
πηγή: ΑΠΕ ΜΠΕ
Κ. Τζ.