Η Ένωση Δικαστών εξηγεί γιατί αποφυλακίστηκε ο παιδεραστής του Ρεθύμνου αν και του είχε επιβληθεί ποινή 400 χρόνια κάθειρξη
Οι δικαστές εφάρμοσαν το νόμο που ισχύει, υποστηρίζει η Ένωση Δικαστών Εισαγγελέων σχετικά με την αποφυλάκιση του καταδικασμένου προπονητή σε κάθειρξη 401 ετών.
Ο εν λόγω προπονητής, είχε καταδικαστεί σε πρωτο και δεύτερο βαθμό για ασέλγεια και απόπειρας κατάχρησης σε ασέλγεια σε βάρος 36 παιδιών στο Ρέθυμνο.
Ο προπονητής καταδικάστηκε το 2011 σε 401 έτη κάθειρξης , κατά συγχώνευση 202. Εξ αυτών με βάσει όσα ίσχυαν τότε εκτιτέα είναι τα 25 χρόνια κάθειρξη δηλαδή το ανώτατο όριο πρόσκαιρης κάθειρξης, εφόσον δεν προβλέπεται για το αδίκημα ή δεν έχει επιβληθεί ισόβια κάθειρξη.
Σημειώνεται ότι με το νέο Ποινικό Κώδικα (ν. 4619/2019) το ανώτατο όριο πρόσκαιρης κάθειρξης περιορίστηκε, για όλα τα αδικήματα, από τα 25 έτη στα 20.
Η υπόθεση προκάλεσε αντίδραση από τον Άρειο Πάγο καθώς ο εισαγγελέας του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ισίδωρος Ντογιάκος ζήτησε από την εισαγγελία Ναυπλίου το βούλευμα που του άνοιξε την πόρτα της φυλακής προκειμένου να εξετάσει εάν είναι εμπεριστατωμένη η αιτιολογία του.
Εάν ο ίδιος διαπιστώσει «κενά» στο σκεπτικό μπορεί να προχωρήσει σε αναίρεση του βουλεύματος.
Από την πλευρά της η Ένωση Δικαστών Εισαγγελέων υπενθυμίζει ότι η Δικαστική Εξουσία εφαρμόζει τους Νόμους, που ψηφίζει η Βουλή λέγοντας πως είναι «κομβική» η μείωση (με τον ΠΚ του 2019) του ανώτατου ορίου της πρόσκαιρης κάθειρξης από τα 20 έτη στα 15 έτη, με αποτέλεσμα, όπως λέει, ο επιεικέστερος νόμος να εφαρμόζεται και συνεπώς να εκτίονται και οι παλαιότερες ποινές για μικρότερο χρονικό διάστημα.
Ολόκληρη η ανακοίνωση έχει ως εξής:
«Σχετικά με την απόλυση υφ’ όρον καταδικασθέντος σε ποινή πολυετούς καθείρξεως η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων επισημαίνει τα ακόλουθα:
Για τη χορήγηση της υφ’ όρον απόλυσης καταδικασθέντος κρατουμένου απαιτείται, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, η συνδρομή δύο προϋποθέσεων, μίας τυπικής και μίας ουσιαστικής και συγκεκριμένα αφενός η έκτιση μέρους της επιβληθείσας ποινής (με τον ευεργετικό υπολογισμό, που προβλέπει η κείμενη νομοθεσία) και αφετέρου η καλή διαγωγή του κρατουμένου εντός του σωφρονιστικού καταστήματος. Στην προκείμενη περίπτωση, σύμφωνα με το σκεπτικό του Βουλεύματος, συνέτρεχαν και οι δύο προϋποθέσεις, η δε δεύτερη εξ αυτών πιστοποιούμενη και με σχετική έκθεση κοινωνικής έρευνας.
Όσοι διαμαρτύρονται για τη χορήγηση των υφ’ όρον απολύσεων σε καταδικασθέντες κρατουμένους οφείλουν να γνωρίζουν, ότι η Δικαστική Εξουσία εφαρμόζει τους Νόμους, που ψηφίζει η Βουλή και ότι η κομβική μείωση του ανώτατου ορίου της πρόσκαιρης κάθειρξης από τα 20 έτη στα 15 έτη (αλλά και του ανώτατου ορίου της συνολικής ποινής καθείρξεως) σύμφωνα με τον ισχύοντα από 1-7-2019 νέο Ποινικό Κώδικα, που ουδόλως άλλαξε ως προς τις ανωτέρω ρυθμίσεις, επέφερε αλυσιδωτές συνέπειες στις τυπικές προϋποθέσεις της υφ’ όρον απόλυσης (προς το επιεικέστερο) για την οποία ως θεσμού ελαστικότητας της ποινής σε επίπεδο έκτισης αυτής εφαρμόζονται οι ευμενέστερες για τον κρατούμενο διατάξεις.
Η Πολιτεία θα πρέπει να αντιληφθεί ότι στόχος του θεσμού της υφ’ όρον απόλυσης αποτελεί η θέσπιση ουσιαστικών προϋποθέσεων για την ομαλή ένταξη του κρατουμένου στην κοινωνία και όχι η αποσυμφόρηση των φυλακών.
Κάθε, δε, επιτυχημένη νομοθετική παρέμβαση σε νευραλγικούς τομείς του Δικαίου προϋποθέτει αναγκαίως έναν ουσιαστικό διάλογο με την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων».
Πηγή: thecaller.gr