Υγεία

Αυτοάνοσες ρευματικές παθήσεις: Άλματα στη θεραπεία νόσων που αφορούν 200.000 άτομα στην Ελλάδα

Τα φλεγμονώδη ρευματικά νοσήματα, που αναφέρονται και σαν «αυτοάνοσα» είναι χρόνια παθολογικά νοσήματα, χωρίς γεωγραφική διαφοροποίηση και αφορούν περίπου 200.000 Έλληνες και Ελληνίδες.

Παρουσιάζονται -εκδηλώνονται με πόνους στις αρθρώσεις, τα οστά και τους μύες, είναι συχνότερα στις γυναίκες, αρχίζουν σε οποιαδήποτε ηλικία, ακόμη και στην παιδική, και η ακριβής αιτιολογία τους παραμένει σκοτεινή. Είναι βέβαιο ότι οι κληρονομικοί παράγοντες συμβάλλουν στην εμφάνιση τους, όπως άλλωστε συμβαίνει για κάθε χρόνιο παθολογικό νόσημα, ωστόσο ο τρόπος της κληρονομικότητας δεν είναι γνωστός. Αν και πολλοί νομίζουν ότι οι κλιματολογικές συνθήκες ή ο τρόπος ζωής (άσκηση, διατροφή, επάγγελμα, τόπος διαμονής), σχετίζονται με την αιτιολογία των αυτοάνοσων ρευματικών νοσημάτων, δεν υπάρχουν τεκμηριωμένα επιστημονικά στοιχεία που να δείχνουν ουσιαστική συσχέτιση.

Στις ρευματικές παθήσεις περιλαμβάνεται και η εκφυλιστική οστεοαρθρίτιδα που είναι νόσημα φθοράς και εκδηλώνεται με πόνους στις αρθρώσεις, χωρίς να είναι αυτοάνοσο. Ουσιαστικά, εκφυλιστική οστεοαρθρίτιδα θα παρουσιαστεί αναπόφευκτα σε όλες και όλους στην τρίτη ηλικία, αν και με διαφορετική βαρύτητα στον κάθε ένα από εμάς. Η εκφυλιστική οστεοαρθρίτιδα οφείλεται στην φθορά που υφίστανται οι χόνδροι των των αρθρώσεων με την πάροδο των δεκαετιών, όπως άλλωστε συμβαίνει με κάθε όργανο του σώματος. Δυστυχώς, ακόμη δεν έχει βρεθεί φάρμακο που μπορεί να αποτρέπει ή να καθυστερεί την φθορά των χόνδρων.

Αντίθετα από ότι συμβαίνει στα αυτοάνοσα ρευματικά νοσήματα, ο πόνος της εκφυλιστικής οστεοαρθρίτιδας δεν είναι συνεχής και σοβαρός, και στους περισσότερους δεν εμποδίζει την καθημερινότητα, που ούτως ή άλλως αναμένεται να επηρεασθεί αρνητικά στην τρίτη ηλικία. Εν τούτοις, επειδή ορισμένοι άνθρωποι καταπονούν περισσότερο τους χόνδρους των αρθρώσεών τους στην διάρκεια της ζωής, αλλά και για γενετικούς /κληρονομικούς λόγους, συχνά προκύπτει ανάγκη για χειρουργική ορθοπεδική αντιμετώπιση, δηλαδή αρθροπλαστική επέμβαση των γονάτων ή /και των ισχίων.

Το συχνότερο από τα αυτοάνοσα ρευματικά νοσήματα είναι η ρευματοειδής αρθρίτιδα από την οποία πάσχουν περίπου 70.000 Ελληνίδες και Έλληνες. Άλλη κατηγορία αυτοανόσων που μπορεί να εκδηλώνονται με παρόμοιο τρόπο και αφορούν πάνω από άλλους 70.000 ασθενείς στη χώρα μας είναι οι λεγόμενες οροαρνητικές σπονδυλοαρθροπάθειες, με συχνότερη την αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα και την ψωριασική αρθρίτιδα. Σπανιότερες παθήσεις που συνολικά, όμως, αφορούν πάνω από 60.000 ασθενείς στην Ελλάδα είναι: ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, η σκληροδερμία, η φλεγμονώδης μυοπάθεια, η ρευματική πολυμυαλγία και οι συστηματικές πρωτοπαθείς αγγειίδες, με συχνότερη την κροταφική αρτηρίτιδα.

Σύμφωνα με τα δημοσιευμένα αποτελέσματα πρόσφατης μελέτης μας σε όλο τον ελληνικό πληθυσμό, η συχνότητα των αυτοάνοσων ρευματικών νοσημάτων αυξήθηκε περίπου 20% την τετραετία 2020-2023, συγκριτικά με την προηγούμενη τετραετία 2016-2019, κάτι που έχει αναφερθεί και για άλλες χώρες. Στην αύξηση αυτή ενδεχομένως συνέβαλλε η πανδημία COVID-19 αλλά και το προσωπικό /κοινωνικό άγχος /στρες που συνόδευσε τον παρατεταμένο εγκλεισμό.

Οριστική θεραπεία για τα αυτοάνοσα ρευματικά νοσήματα δεν υπάρχει. Ωστόσο, εάν η αυτοάνοση φλεγμονή πάψει να είναι ενεργή, δηλαδή εάν υπάρξει ύφεση, με την σωστή φαρμακευτική αγωγή, τότε η ποιότητα της ζωής παραμένει φυσιολογική. Για την σωστή φαρμακευτική αντιμετώπιση των φλεγμονωδών ρευματικών νοσημάτων η έγκαιρη διάγνωση είναι καθοριστική. Αν και σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι κάθε μυοσκελετικός πόνος υποδηλώνει ένα τέτοιο νόσημα, επίμονοι πόνοι στις αρθρώσεις, στο σκελετό ή στους μύες που διαρκούν αρκετές ημέρες και δεν περνούν με παυσίπονα πρέπει να διερευνώνται από τον ειδικό ιατρό. Οι πόνοι συνήθως οφείλονται σε φλεγμονή των αρθρώσεων (αρθρίτιδα), αλλά μπορεί να συνυπάρχουν διάφορες ενοχλήσεις από φλεγμονή άλλων οργάνων, διότι σε ορισμένους ασθενείς προσβάλλονται και οι πνεύμονες, η καρδιά, τα μάτια, το δέρμα, το έντερο ή οι νεφροί. Αν και κάποιοι ασθενείς προσφεύγουν για τους πόνους στις αρθρώσεις αρχικά σε ορθοπεδικό ιατρό, τα αυτοάνοσα ρευματικά νοσήματα αφορούν την Παθολογία και την υπο-ειδικότητα της, την Ρευματολογία.

Η αρχική διάγνωση της αυτοάνοσης ρευματικής παθήσεως είναι κλινική, δηλαδή βασίζεται κυρίως στην πορεία και στους χαρακτήρες των μυοσκελετικών πόνων σε συνδυασμό με την παρουσία ή απουσία άλλων συμπτωμάτων. Η διάγνωση δεν είναι πάντα εύκολη, διότι ειδικές εργαστηριακές εξετάσεις δεν υπάρχουν. Πρέπει να τονιστεί ότι η εικόνα κάθε ασθενούς είναι ιδιαίτερη, ακριβώς διότι στα νοσήματα αυτά υπάρχει μεγάλο φάσμα κλινικών εκδηλώσεων. Ετσι, σε δύο ασθενείς που πάσχουν π.χ. απο ρευματοειδή αρθρίτιδα μπορεί αρχικά να παρουσιάζονται με τελείως διαφορετικά συμπτώματα. Ωστόσο, στη μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων ο παθολόγος ρευματολόγος είναι σε θέση να αποκλείσει ή να διαγνώσει ένα ρευματικό νόσημα εγκαίρως.

Η θεραπευτική αγωγή πρέπει να αρχίσει άμεσα, ούτως ώστε η φλεγμονή να υποχωρήσει και το νόσημα να τεθεί σε ύφεση, με επόμενο στόχο την διατήρηση της ύφεσης, διότι τα νοσήματα είναι χρόνια. Σε αντίθετη περίπτωση, η αυτοάνοση ρευματική πάθηση εξελίσσεται και μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις, να οδηγήσει σε κινητική αναπηρία, αλλά και να απειλήσει και τη ζωή. Οι εναλλακτικές θεραπείες που ήταν δημοφιλέστερες παλαιότερα, όχι μόνο δεν προσφέρουν κάτι αλλά μπορεί να είναι επικίνδυνες, καθώς μπορεί να χαθεί πολύτιμος χρόνος.

Ο γενικότερος τρόπος ζωής δεν φαίνεται να επηρεάζει καθοριστικά την πιθανότητα της εκδήλωσης αυτοάνοσης ρευματικής πάθησης, εκτός από το κάπνισμα που αποτελεί γνωστό παράγοντα κινδύνου. Η φυσικοθεραπεία και τα ιαματικά λουτρά μπορεί να προσφέρουν προσωρινή ανακούφιση από τους πόνους αλλά δεν έχουν θεραπευτική αξία. Βέβαια, πρακτικές συμβουλές αυτοφροντίδας που, ούτως η άλλως, βελτιώνουν την ποιότητα της ζωής και συμβάλλουν στην καλύτερη αντιμετώπιση της πάθησης υπάρχουν. Οι συμβουλές διαφέρουν για κάθε ασθενή, ανάλογα με την ηλικία, τη μορφή, και την χρονική φάση του ρευματικού νοσήματος.

Τα τελευταία χρόνια έχει υπάρξει αλματώδης πρόοδος στην θεραπευτική αντιμετώπιση των αυτοάνοσων ρευματικών νοσημάτων. Ήδη από την δεκαετία του 1970 χρησιμοποιήθηκαν, πέραν της γνωστής κορτιζόνης, αποτελεσματικά φάρμακα, όπως η μεθοτρεξάτη, που βελτίωσαν σημαντικά την ποιότητα της ζωής των ασθενών και την πορεία των νοσημάτων. Ωστόσο, η επανάσταση στην αντιμετώπιση ήρθε στο τέλος της δεκαετίας του 1990 με τις λεγόμενες βιολογικές θεραπείες. Σήμερα, υπάρχουν παγκοσμίως δεκάδες εκατομμύρια ασθενών με αυτοάνοσα ρευματικά νοσήματα που έχουν λάβει ή/και λαμβάνουν βιολογικές θεραπείες.

Οι πρώτες βιολογικές θεραπείες που χρησιμοποιήθηκαν το 1998. Είναι φάρμακα που αδρανοποιούν εκλεκτικά μια συγκεκριμένη ουσία του οργανισμού, την πρωτεΐνη TNF. Η πρωτεΐνη αυτή έχει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη και την εξέλιξη της αυτοάνοσης φλεγμονής. Τα φάρμακα ονομάσθηκαν αντι-ΤNF βιολογικοί παράγοντες, δίδονται ενδοφλέβια ή υποδόρια ανά τακτά χρονικά διαστήματα εβδομάδων ή μηνών και χρησιμοποιούνται με μεγάλη επιτυχία στην θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, της αγκυλοποιητικής σπονδυλίτιδας και της ψωριασικής αρθρίτιδας έως σήμερα. Περίπου στα 2/3 των ασθενών με αυτές τις παθήσεις που δεν απαντούν ικανοποιητικά στα παλαιότερα φάρμακα, η χορήγηση της αντι-TNF θεραπείας προκαλεί υποχώρηση της φλεγμονής, που μάλιστα μπορεί να διαρκεί επ’ αόριστον εφ’ όσον η θεραπεία συνεχίζεται.

Καθώς η έρευνα για την καλύτερη αντιμετώπιση των νοσημάτων αυτών συνεχίστηκε εντατικά, ανακαλυφθήκαν περισσότερες πρωτεΐνες που επίσης βρέθηκε να έχουν κεντρικό ρόλο στην αυτοάνοση φλεγμονή. Έτσι, τα επόμενα χρόνια αναπτύχθηκαν νέα φάρμακα που δοκιμάστηκαν με επιτυχία και πλέον χρησιμοποιούνται ευρύτατα ως νεότερες βιολογικές θεραπείες. Σήμερα, έχουμε στη διάθεση μας πάνω από 20 φάρμακα αυτής της κατηγορίας, συμπεριλαμβανομένων και φαρμάκων καθημερινής χρήσης από το στόμα. Οι ενδείξεις και οι αντενδείξεις αυτών των φαρμάκων τροποποιούνται συνεχώς καθώς όλο και περισσότερη εμπειρία συσσωρεύεται. Είναι ασφαλή φάρμακα, διότι οι ενδεχόμενες παρενέργειες τους είναι πάντα αντιμετωπίσιμες. Οι προϋποθέσεις με τις οποίες πρέπει να χορηγούνται, μπορεί να διαφέρουν στα διάφορα νοσήματα αλλά και από ασθενή σε ασθενή με το ίδιο νόσημα.

Σύμφωνα με ανάλυση της ερευνητικής μας ομάδας, αντλώντας δεδομένα από την πλατφόρμα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης στην Ελλάδα αναφορικά με την θνητότητα του πληθυσμού την πενταετία 2015-2019, οι ασθενείς που πάσχουν από ρευματοειδή αρθρίτιδα εμφανίζουν πλέον το ίδιο προσδόκιμο ζωής συγκριτικά με τον γενικό πληθυσμό, ενώ υψηλότερο είναι σήμερα αυτό για τους ασθενείς με ψωριασική αρθρίτιδα και αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα. Τα ευρήματα αυτά δεν μπορούν παρά να αποδοθούν στη βελτίωση των προτύπων φροντίδας σε συνδυασμό με τις πολύ αποτελεσματικές φαρμακευτικές θεραπείες που διαθέτουμε σήμερα και έχουν αλλάξει την πρόγνωση της φλεγμονώδους αρθρίτιδας, μετατρέποντας την από ανίατη σε διαχειρίσιμη χρόνια πάθηση. Επιπλέον, η έγκαιρη διάγνωση, αλλά και η εστίαση στον «ασθενή» και όχι μόνο στη «νόσο» έχουν συμβάλει καθοριστικά στην επίτευξη καλύτερων εκβάσεων. Τα εντυπωσιακά ευρήματα της μελέτης μας για την αύξηση του προσδόκιμου ζωής των ασθενών με ρευματικά νοσήματα προφανώς οφείλονται και στην πρόσβαση κάθε Έλληνα ασθενούς στις ολοένα και πιο αποτελεσματικές φαρμακευτικές θεραπείες.

Γενικά, οι προοπτικές για ακόμη καλύτερη αντιμετώπιση των αυτοάνοσων ρευματικών παθήσεων είναι πλέον μεγάλες και πολλά ακόμη φάρμακα δοκιμάζονται αυτή τη στιγμή ερευνητικά. Η αισιοδοξία για οριστική θεραπεία των νοσημάτων αυτών τα επόμενα χρόνια φαίνεται σήμερα να είναι δικαιολογημένη.

Πηγή: ygeiamou.gr

Πηγή: thecaller.gr

Back to top button