Υγεία

Ο πόνος ταλαιπωρεί 1 στους 3 ανθρώπους καθημερινά

Ως χρόνιος πόνος ορίζεται ο πόνος που επιμένει πέραν του φυσιολογικού χρόνου που αναμένεται για την επούλωση της ιστικής βλάβης που τον προκαλεί, με διάρκεια που υπερβαίνει τους 3 μήνες.

Η δυσκολία αντιμετώπισης του χρόνιου πόνου, εξηγεί η Αναπλ. Καθηγήτρια Φαρμακολογίας-Κλινικής Φαρμακολογίας ΑΠΘ, Κλινικός Φαρμακολόγος με εξειδίκευση στην Αναπαραγωγική Τοξικολογία, Μαιευτήρας-Γυναικολόγος, Δρ. Χρυσάνθη Σαρδέλη, οφείλεται στο γεγονός πως αυτός αποτελεί μία παράδοξη ιατρική κατάσταση: τα αναλγητικά φάρμακα δεν επαρκούν για την επίλυση του προβλήματος και συχνά προκαλούν επιπλέον προβλήματα στα άτομα που βιώνουν καθημερινά πόνο.

Οι αιτίες αυτού του είδους πόνου είναι πολλές, με διαφορετικό παθοφυσιολογικό υπόβαθρο και περιλαμβάνουν από μυοσκελετικά νοσήματα, τραυματισμούς και καρκίνο έως φλεγμονώδεις καταστάσεις, ρευματικά νοσήματα, σπλαχνικές παθήσεις, οδοντιατρικές παθήσεις, χειρουργικές επεμβάσεις ή μπορεί να είναι πρωτοπαθούς αιτιολογίας.

Οι πάσχοντες και οι πάσχουσες καταλήγουν να αντιμετωπίζουν προβλήματα κινητικότητας, αναφέρουν κακή ποιότητα ζωής, βιώνουν άγχος και κατάθλιψη, αισθάνονται άρρωστοι/ες, σταματούν να εργάζονται, απέχουν από τις συνήθεις δραστηριότητες τους και συχνά καταλήγουν εξαρτημένοι/ες στα οπιοειδή.

Το τελικό αποτέλεσμα είναι περισσότερο ή λιγότερο σημαντική αναπηρία και ατομική και συλλογική οικονομική επιβάρυνση, λόγω μεγάλων ιατρικών εξόδων, απώλειας εσόδων από την εργασία και αύξησης του αριθμού δικαιούχων επιδομάτων αναπηρίας ή ανεργίας.

Πριν κάποιος/α, κατάλληλα εκπαιδευμένος/η, επαγγελματίας υγείας προτείνει θεραπεία για την αντιμετώπιση του καθημερινού πόνου, οφείλει να ερμηνεύσει σωστά τα κλινικά ευρήματα και την έκταση του προβλήματος που αντιμετωπίζει ο άνθρωπος που τον/την επισκέπτεται.

Δυστυχώς, δεν υπάρχει ειδικός βιοδείκτης για τον πόνο και τα αντικειμενικά ευρήματα για την επιβεβαίωση του τύπου και της σοβαρότητας του πόνου συχνά απουσιάζουν.

Eπιπλέον, πολλοί παράγοντες επηρεάζουν την υποκειμενική εμπειρία του πόνου: ο τύπος του ιστού που έχει υποστεί βλάβη, η έκταση του ιστού που έχει υποστεί βλάβη, το νευρικό σύστημα και το σύστημα υποδοχέων οπιοειδών του/της ασθενούς και το ψυχοκοινωνικό πλαίσιο στο οποίο βιώνεται ο πόνος.

Δεδομένου ότι ο πόνος είναι μια συναισθηματική – και εν πολλοίς υποκειμενική – εμπειρία, η χορήγηση αναλγητικών, ιδίως οπιοειδών, φαρμάκων δεν είναι η βέλτιστη ούτε η πρώτης γραμμής θεραπευτική επιλογή για την διαχείριση του καθημερινού πόνου.

Πρέπει να χρησιμοποιείται συμπληρωματικά άλλων παρεμβάσεων και αφού διασφαλιστεί η ουσιαστική εμπλοκή των ασθενών και των φροντιστών τους, με απώτερο στόχο την αύξηση της λειτουργικότητας τους και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής τους, όχι την πλήρη εξαφάνιση του πόνου.

Η επιλογή φαρμακοθεραπείας πρέπει να βασίζεται στην ακριβή διαπίστωση της προέλευσης του πόνου, της παθοφυσιολογίας του, της έντασης του, τυχόν ενισχυτών του αλλά και τυχόν άλλων σωματικών ή/και συμπεριφορικών συννοσηροτήτων που ίσως συνυπάρχουν και τον εντείνουν ή δυσχεραίνουν την αντιμετώπισή του.

Η επιτυχία ή η αποτυχία οποιασδήποτε φαρμακοθεραπευτικής παρέμβασης εξαρτάται από την επιλογή της κατάλληλης κατηγορίας φαρμάκων, της ενδεδειγμένης οδού χορήγησης, της καλής ενημέρωσης των πασχόντων και πασχουσών αναφορικά με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των διαφόρων φαρμακοθεραπειών και της κατανόησης πως πρέπει να δίνεται επαρκής χρόνος για την επίτευξη του επιθυμητού κλινικού αποτελέσματος.

Τα μη στεροειδή αναλγητικά φάρμακα (ΜΣΑΦ) ενδείκνυνται στην αντιμετώπιση του ήπιου προς μέτριου πόνου φλεγμονώδους ή/και μη νευροπαθητικής αιτιολογίας. Προσοχή χρειάζεται σε ασθενείς με σημαντική έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας, ενεργό αιμορραγία από το ΓΕΣ, διαταραχή της λειτουργίας των αιμοπεταλίων ή/και σοβαρά καρδιαγγειακά νοσήματα.

Η παρακεταμόλη, αν και θεωρείται σχετικά ασφαλές αναλγητικό, δεν επαρκεί από μόνη της για την αντιμετώπιση μέτριων ή ισχυρών πόνων και η δε λήψη της απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, ώστε να μην γίνεται υπέρβαση της μέγιστης επιτρεπόμενης ημερήσιας δόσης των 3(4)γρ. λόγω του υπαρκτού κινδύνου πρόκλησης ηπατικής βλάβης, εξηγεί η Δρ Σαρδέλη.

Στις περισσότερες περιπτώσεις η διαχείριση του καθημερινού πόνου απαιτεί συνδυασμό θεραπευτικών παρεμβάσεων, με έμφαση στην ψυχολογική υποστήριξη και την ψυχοθεραπεία (με κυρίαρχη τη γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία), την αντιμετώπιση του άγχους και της κατάθλιψης (με ή χωρίς χορήγηση κατάλληλης φαρμακοθεραπείας), τη βελτίωση της εργονομίας (με ή χωρίς τη χρήση ειδικών βοηθημάτων) και της φυσικής κατάστασης (μέσω ενθάρρυνσης της συμμετοχής σε σωματικές δραστηριότητες τύπου ήπιας άσκησης), την υδροθεραπεία, κατάλληλες μορφές φυσικοθεραπείας (TENS, υπέρηχοι, κλπ.), πιεσοθεραπείας (διαφόρων ειδών μασάζ), κινησιοθεραπείας, άλλα προγράμματα φυσικής αποκατάστασης, το διαλογισμό, το βελονισμό, τη νευροδιέγερση, την εφαρμογή ψυχρών ή θερμών επιθεμάτων, κ.λπ.

Πηγή: thecaller.gr

Back to top button