«Ράπισμα» Μαίρης Χρονοπούλου για Μπισμπίκη-Βανδή: «Και εγώ ήμουν δημόσια διαχυτική, αλλά αυτά δεν τα έκανα»
Μία σπάνια συνέντευξη παραχώρησε στην εφημερίδα «Πρώτο Θέμα» η Μαίρη Χρονοπούλου.
Διαβάστε ένα απόσπασμα από την συνέντευξη που έδωσε η Μαίρη Χρονοπούλου:
– Βλέπεις τηλεόραση;
«Βλέπω, λίγα πράγματα. Κυρίως τα δελτία ειδήσεων μετά μανίας».
– Α, για πες μου για την πολιτική, ποια είναι η γνώμη σου; Γιατί εσύ πάντα είχες μια ανησυχία με την πολιτική.
«Βαρέθηκα πια. Βαρέθηκα να είμαι τόσο ανήσυχη. Βέβαια, αγωνία έχω για τη χώρα μου, για τον κόσμο, για την υδρόγειο ολόκληρη. Αλλά εκείνο το πάθος που είχα παλιά, αυτό μου έχει περάσει».
– Ας πούμε, τι γνώμη έχεις για τον Κυριάκο;
«Δεν έχω ψηφίσει ποτέ μου Νέα Δημοκρατία».
– Τώρα θα ψηφίσεις όμως.
«Οχι, δεν ξέρω τι θα ψηφίσω. Αλλά πιστεύω ότι αν στη φρικτή εποχή της πανδημίας είχαμε άλλον ηγέτη, ίσως είχαμε πάει πολύ χειρότερα. Δεν τα πήγε άσχημα, καθόλου».
– Δεν έχεις ψηφίσει ποτέ Τσίπρα, φαντάζομαι.
«Οχι».
– ΚΚΕ ψήφιζες;
«Ούτε το ΚΚΕ».
– Τι ψήφιζες, Μαιρούλα μου;
«Ημουν Πασοκτζού. Από τον Γεώργιο Μαύρο στην Ενωση Κέντρου. Και μετά Ανδρέα».
– Ησουν ερωτευμένη με τον Ανδρέα, παραδέξου το.
«Οχι, τον θαύμαζα».
– Εχεις ερωτευτεί ποτέ κανέναν πολιτικό;
«Ναι».
– Ποιον;
«Δεν θα σου πω. Δεν ήταν ο Ανδρέας πάντως».
– Ηταν από το ΠΑΣΟΚ;
«Ναι, αλλά δεν θα σου πω λεπτομέρειες. Είμαι μεγάλη πια και είναι ξεπερασμένες ιστορίες, παλιές».
– Με ηθοποιό θα ήσουν σίγουρα ερωτευμένη.
«Ερωτα, όχι. Μία φορά. Είχα αρραβωνιαστεί τον Μπάρκουλη, αλλά δεν ήταν ο μεγάλος μου έρωτας».
– Ποιος ήταν ο μεγάλος έρωτας της ζωής σου;
«Δεν θα σου τον πω».
– Μια και μίλησες για τα οικονομικά, μερικοί ηθοποιοί μείναν στην ψάθα.
«Οχι, εγώ είχα αρκετά χρήματα, τα είχα συγκεντρώσει για το σπίτι μου. Τώρα είμαι στην ψάθα. Γιατί τα χάρισα όλα».
– Πού τα χάρισες;
«Στο Χαμόγελο του Παιδιού. Χρόνια πριν, τα μεταβίβασα όλα, δεν έχω τίποτα στο όνομά μου».
– Και το σπίτι αυτό;
«Κι αυτό, κι άλλα, κι άλλα. Δεν έχω τίποτα στο όνομά μου και αισθάνομαι ελεύθερη, λες και ξαλάφρωσα».
– Και πώς ζεις;
«Με τη σύνταξή μου».
– Σε καλύπτει;
«Προσπαθώ. Είναι ένας ρόλος κι αυτός, τα τελευταία χρόνια. Να ζεις σαν μποέμ, πράγμα που δεν το έχω γνωρίσει ποτέ στη ζωή μου. Ημουνα καλομαθημένη οικονομικά. Και τώρα δεν είμαι και τόσο, και αναγκάζομαι και τα στριμώχνω τα πράγματα. Δεν χρωστάω μια δεκάρα πουθενά, βέβαια».
– Δάνεια δεν πήρες από τράπεζες;
«Στη ζωή μου ποτέ, δεν έχω δανειστεί ούτε μια δραχμή. Είναι ένας καινούριος ρόλος, να αισθάνεσαι πώς είναι να ζεις με λιγότερα χρήματα. Εδώ, φιλοξενούμαι από το Χαμόγελο στο σπίτι μου».
– Το Χαμόγελο του Παιδιού έχει πάρει το σπίτι σου κι εσύ φιλοξενείσαι σ’ αυτό;
«Χωρίς όρους. Δεν το έβαλα όρο αυτό. Εκείνοι με φιλοξενούν. Με το Χαμόγελο είχαμε ανέκαθεν καλές σχέσεις. Με τον Κώστα Γιαννόπουλο είμαστε πολύ πολύ φίλοι».
– Εχεις διαβάσει όλα αυτά που έγιναν με την Κιβωτό του Κόσμου;
«Ενα ένστικτο με έκανε να μην ενθουσιάζομαι ποτέ με αυτή την ιστορία της Κιβωτού. Δεν ξέρω γιατί».
– Από τους παλιούς φίλους, επικοινωνείς με κανέναν;
«Εχουν πεθάνει όλοι, αγάπη μου».
– Ολοι; Για παράδειγμα;
«Ο Νίκος Κούρκουλος, που ήταν ο αδελφός μου, ο πατέρας μου, η οικογένεια που δεν είχα, “έφυγε”. Ο τρυφερός φίλος, ο καλός, ο Γιάννης Βόγλης, “έφυγε”. Ο Φαίδων Γεωργίτσης. Ο πρώην μνηστήρ μου, ο Μπάρκουλης, “έφυγε”. Και ποιος δεν έφυγε. Ο γείτονας εδώ, ο Αντωνάκης ο Βαρδής, “έφυγε” κι αυτός».
– Με τον Κώστα Βουτσά δεν είχες φιλία;
«Οχι, έχουμε συνεργαστεί πολλές φορές με τον Κώστα, δεν κάναμε παρέα. Δεν έτυχε να έχουμε κοινό κύκλο».
– Ποιοι ηθοποιοί που παίξατε μαζί σε ταινίες σε βοήθησαν πάρα πολύ;
«Ο Νίκος ο Κούρκουλος και ο Καζάκος ο Κώστας, πολύ. Με τον Κώστα κάναμε τρεις ασπρόμαυρες ταινίες μαζί, πριν από την Καρέζη. Αυτοί οι δύο μου πηγαίνανε πολύ, δέναμε».
– Από τις γυναίκες;
«Με τη Ζωίτσα (σ.σ.: τη Λάσκαρη) κάναμε κάποιες ταινίες, μια χαρά τα πηγαίναμε. Πάει και η Ζωή».
– Θέατρο;
«Εχω κάνει πέντε φορές θίασο με τον Κώστα τον Καρρά, έχω δουλέψει με όλους τους Ελληνες ηθοποιούς στο θέατρο. Είμαι πολύ γεμάτη από θέατρο, τι να σου πω πια;».
– Από τους σκηνοθέτες με τους οποίους έχεις συνεργαστεί, ποιοι άφησαν μέσα σου ανεξίτηλα ίχνη;
«Ολοι. Ο Γιάννης Δαλιανίδης μας ανέσυρε, μας έβγαλε όλους».
– Ο Βασίλης ο Γεωργιάδης;
«Θεός! Γλυκό παιδί, σαν χαρακτήρας, σαν σκηνοθέτης, σαν όλα. Ο Κώστας Βρεττάκος που μου χάρισε “Τα παιδιά της Χελιδόνας”. Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος».
– Τώρα πηγαίνεις στο νέο σινεμά. Είχες πάει στις Κάννες, αν θυμάμαι καλά.
«Ναι, με τους “Κυνηγούς”. Σε πολλά φεστιβάλ. Εχω πάει και στο Φεστιβάλ “Χρυσή Τουλίπα” στην Κωνσταντινούπολη και στη Βενετία».
– Με τον Αγγελόπουλο πώς έγινε αυτή η συνάντηση; Γιατί εκείνος δεν έκανε ταινίες με πολλούς ηθοποιούς του παλιού σινεμά.
«Δεν είχα φθαρεί εγώ. Δεν είχα κάνει βιντεοκασέτα ποτέ μου. Στερήθηκα πάρα πολλά χρήματα μη κάνοντας βιντεοκασέτες. Ηταν πολλά λεφτά τότε, εγώ τα αρνήθηκα».
– Πόσα λεφτά έδιναν;
«Τότε ήταν 1,5 εκατομμύριο δραχμές η βιντεοκασέτα. Για μία εβδομάδα γύρισμα. Και έλεγα “όχι” πάντα. Είχαμε, θυμάμαι, μια τριπλέτα με τον Αλεξανδράκη κάποτε, 3,5 εκατομμύρια ο καθένας θα έπαιρνε. Δεν το έκανε ούτε ο Αλέκος, ούτε εγώ. Το σεβάστηκα πολύ το σινεμά. Το σεβάστηκα και το αγάπησα».
– Και το θέατρο, θα έλεγα.
«Το βαριόμουν λίγο εκείνο. Την επανάληψη, την πλήξη. Ωραίες οι δοκιμές, η γενική πρόβα, η πρεμιέρα, τα λουλούδια, η επίσημη πρεμιέρα, πιο πολλά τα λουλούδια. Και άντε 20-25 μέρες, έναν μήνα να το παίξω το έργο. Μετά ήθελα να τινάξω τα μυαλά μου στον αέρα. Δεν άντεχα το ίδιο πράγμα κάθε βράδυ. Επληττα».
– Και τι έπαιζες κυρίως στο θέατρο;
«Εχω παίξει μπουλβάρ, έχω παίξει Σακελλάριο – Γιαννακόπουλο, ιστορικά δράματα του Γεωργίου Ρούσσου, Κάφκα, Τσέχοφ, Πιραντέλο, όλους».
– Ποια σχολή έχεις τελειώσει, Μαίρη;
«Καμία. Αυτοδίδακτη».
– Πώς έγινε αυτό, για πες μου.
«Οπως έγινε και στην κυρία Κυβέλη και στην κυρία Κοτοπούλη και στον κύριο Κατράκη και στην κυρία Λαμπέτη».
– Δηλαδή όλοι αυτοί δεν είχαν τελειώσει σχολή; «
«Κανείς. Ούτε η Μάρω Κοντού που δώσαμε μαζί εξετάσεις. Εγώ ήμουν στο Λύκειο Ελληνίδων. Και ζητήσανε κορίτσια για τον χορό αρχαίου δράματος του Ροντήρη και πήγα. Εκεί με είδε η Δέσπω Διαμαντίδου. Ηταν φίλη της μαμάς μου, που κληρονόμησα μετά εγώ. Και σε μια ευκαιρία που δόθηκε, υπήρξε θέση και μου είπε “έλα να γίνεις πρωταγωνίστρια”. Στο “Ακροπόλ” με την κυρία Κυβέλη. Πολύ αθώα πήγα. Πώς τα ’πα, ο Θεός το ξέρει. Μου δώσανε έναν πολύ μεγάλο μισθό. Μου άρεσε αυτή η ιστορία. Αλλά ας μην πάμε στην παλαιοντολογία, τη βαριέμαι».
– Οχι, αλλά μου κάνει εντύπωση που δεν έχεις τελειώσει σχολή, όπως και όλοι αυτοί. Και για αυτά που γίνονται σήμερα με τις σχολές και με την αναγνώριση πτυχίων, ποια είναι η γνώμη σου;
«Εφόσον έχουν πάει σε σχολή, πρέπει να αναγνωριστούν. Εμείς πάντως βγήκαμε τυχαία. Γινόταν μια επιτροπή, πέντε από το υπουργείο Παιδείας και πέντε πρωταγωνιστές του θεάτρου. Δέκα άτομα κάτω στην πρώτη σειρά, και έδινες εξετάσεις ως “εξαιρετικό ταλέντο”. Και αν αυτές οι δέκα προσωπικότητες του υπουργείου και του θεάτρου υπέγραφαν, γινόσουν ηθοποιός».
– Τι ακούς για τη σημερινή κατάσταση στο θέατρο και το σινεμά;
«Στο θέατρο γίνονται ωραίες παραστάσεις. Και με νέα παιδιά, πάρα πολύ καλά. Και η τηλεόραση, “παικτικά”, πάει πολύ καλά. Εχουν βγει πάρα πολλά νέα παιδιά με ταλέντο και κατ’ αναλογία περισσότερα κορίτσια. Νέες, όμορφες και ταλαντούχες κοπέλες, τις καμαρώνω, καθώς ο Θεός με προίκισε με το αθάνατο προσόν της μη ζήλιας».
– Δεν ζήλεψες;
«Ποτέ και κανέναν. Δεν ζηλεύω, καμαρώνω».
«Δεν με παρενόχλησε άνθρωπος εμένα στη ζωή μου. Κανένας. Ρώτησα και φιλενάδες μου, νόστιμα κορίτσια. Ρώτησα τη Νόρα Βαλσάμη. Η Χέλμη έχει πει ένα καλό, “τι διάολο, ήμασταν τόσο άσχημες;”. Δεν ξέρω τη λέξη “παρενόχληση”»
– Πιστεύεις στην αποκλειστικότητα σε μια σχέση;
Είναι εύκολο κανείς να συγκρατηθεί από την απιστία; Η σάρκα με την καρδιά είναι το ίδιο; «Εγώ τα έχω μαζί. Οταν ένα πράγμα σπάσει, είτε σαρκικά, είτε πνευματικά, είτε νοητικά, έχει διαλυθεί και το παιχνίδι».
– Δεν είναι δυνατόν κάποια να αγαπάει έναν άνδρα και ταυτόχρονα να επιθυμεί κάποιον άλλον;
«Δεν έχω βρεθεί ποτέ σε αυτή τη θέση. Είμαι μονογαμικότατη. Κάθε φορά. (γέλια). Οσο ήμουν με έναν σύντροφο, ήμουν με έναν σύντροφο. Οταν έπαυαν να υπάρχουν οι λόγοι για τους οποίους ήμουν με αυτόν τον άνθρωπο, έπαυα να είμαι μαζί του».
– Και πού εξαφανιζόσουν;
«Πήγαινα στο σπίτι των γονιών μου, πήγαινα σε μια φίλη μου, υπάρχουν πολλοί τρόποι να εξαφανιστείς».
– Δημοκρατία σε μια σχέση υπάρχει; Δεν είναι αλήθεια ότι όταν ο ένας αγαπάει πιο πολύ είναι εξαρτημένος από τον άλλον;
«Οταν αγαπάς, κάνεις υποχωρήσεις».
– Δημοκρατία στην τέχνη υπάρχει; Στη διαδικασία της δημιουργίας ενός έργου, μιας παράστασης;
«Δεν υπάρχει δημοκρατία ούτε στη ζωή γενικά, ούτε στο θέατρο, ούτε στον κινηματογράφο, ούτε πουθενά. Στα χρόνια που έζησες, έχεις δει να τσουλάει δημοκρατικά ο βίος σου; Σε όλες τις μπάντες. Στην προσωπική σου ζωή, στις πολιτικές σου απόψεις. Αλήθεια, τι θα ψηφίσεις σε αυτές τις εκλογές;».
– Εγώ δεν λέω, εγώ δημοσιογράφος είμαι, εγώ ρωτάω. (γέλια) Δεν μου παίρνεις συνέντευξη εσύ, εγώ σου παίρνω. Εσύ είπες ότι θα ψηφίσεις ΠΑΣΟΚ.
«Ημουν ΠΑΣΟΚ. Και συναισθηματικά νομίζω ότι θα πάω να τη ρίξω στο ΠΑΣΟΚ».
– Σε ικανοποιεί ο Ανδρουλάκης ο Νίκος;
«Συμπαθέστατος. Δεν αντιπαθώ κανέναν. Και, περίεργο πράγμα, όπως σου είπα, ο Μητσοτάκης μου είναι συμπαθής. Που δεν έχω ψηφίσει ποτέ μου Νέα Δημοκρατία».
– Γιατί, είναι ο Μητσοτάκης Νέα Δημοκρατία; Κατά τη γνώμη σου, εκφράζει απόλυτα τη Νέα Δημοκρατία;
«Οχι. Είναι συμπαθητικό παιδί. Και δεν τα κατάφερε άσχημα σε πάρα πολλά σημεία».
– Αν είχες μπροστά σου τώρα τους υποψήφιους του ΠΑΣΟΚ, τον Παπανδρέου, τον Λοβέρδο, τον Ανδρουλάκη, ποιον θα ψήφιζες;
«Εδώ θα μου επιτρέψεις να μην απαντήσω. Δεν θέλω να πληγώσω ανθρώπους που αγαπώ πολύ».
– Ποιον αγαπάς πολύ, τον Γιώργο;
«Δεν θα πω».
– Τον ξέρεις τον Γιώργο;
«Την οικογένεια Παπανδρέου την ήξερα όλη. Συμπαθέστατη η Μαργαρίτα, είχαμε καλές σχέσεις».
– Αρα τον Γιώργο δεν θέλεις να πληγώσεις.
«Δεν θέλω να πληγώσω κανέναν Πασοκτζή».
– Τόσο φανατικιά είσαι;
«Ε, ναι. Μας πάθιασε ο Ανδρέας τότε. Μας μπόλιασε γερά».
– Τώρα, όμως, τα γκάλοπ το ΠΑΟΚ το φέρνουν στο 10% με τον Ανδρουλάκη. Εσύ παραμένεις εκεί, πιστή.
«Κοίτα, με μία ψήφο τώρα δεν χάλασε ο κόσμος. Δεν ξέρω, μπορεί και να μην τη ρίξω. Ξέρεις, όταν φτάνει κάθε φορά η ώρα των εκλογών αισθάνομαι ότι η δική μου ψήφος θα κρίνει όλη την Ελλάδα. Εχω και αυτή την ευσυνειδησία. Μπορώ να σκέφτομαι μήνες και μήνες τι θα ψηφίσω».
– ΚΚΕ δεν ψήφισες ποτέ σου, Αριστερά;
«Οταν έκανα το πρώτο μου πολιτικό βιβλιάριο, τότε ήταν η ΕΔΑ. Και έριξα τιμής ένεκεν για τους αγώνες που είχαν κάνει οι αριστεροί, για τον άνθρωπο με το γαρίφαλο αν θέλεις, για όλα αυτά, έριξα την πρώτη μου ψήφο στην ΕΔΑ, και την τελευταία. Ημουν αστόπαιδο, δεν ήμουν “κόκκινη”».
– Αδέλφια έχεις;
«Κανέναν δεν έχω. Μοναχοπαίδι, έχουν πεθάνει και όλοι μου οι συγγενείς, δεν έκανα παιδί. Εχω όμως 34.000 παιδάκια».
– Στο Χαμόγελο του Παιδιού εννοείς.
«Είναι δικά μου τα παιδιά αυτά».
– Παιδί γιατί δεν έκανες, ήταν επιλογή δική σου;
«Η μοίρα τα ’φερε έτσι».
– Πιστεύεις στη μοίρα;
«Ναι. Είχα πει πρόσφατα σε μια συνέντευξη ότι αν γύριζα τον χρόνο πίσω, θα έκανα παιδιά».
– Και τώρα πώς διαχειρίζεσαι τη μοναξιά σου;
«Δεν είμαι καθόλου μόνη. Στο πιο σκληρό χρηματιστήριο που αποκαλείται ζωή, εγώ έκανα επένδυση στην καλύτερη μετοχή. Η οποία είναι η φιλία. Κι έχω πολλούς αγαπημένους φίλους και φίλες. Και με βλέπουν και τους βλέπω. Και μιλάμε τρεις ώρες συνήθως στο τηλέφωνο. Από πλευράς φιλίας είμαι γεμάτη».
– Ποια ήταν η μεγαλύτερη τρέλα που έκανες πάνω στο κέφι σου;
«Χτύπησα πολύ άσχημα έναν άνθρωπο και ισοπέδωσα έναν ολόκληρο όροφο ενός τηλεοπτικού σταθμού. Ολα τα γραφεία, κανείς δεν με σταμάτησε. Είχα δίκιο όμως, και τις δύο φορές, τεράστιο».
– Εκανες τέτοιο πράγμα;
«Δύο φορές ήμουν βίαιη στη ζωή μου. Την πρώτη φορά, που χτύπησα πολύ άσχημα έναν άνθρωπο, πήγα και έκανα βουδισμό. Να βρω γιατί έγινα έτσι βίαιη».
– Αντρα χτύπησες ή γυναίκα; «Αντρα». – Και αυτός δεν αντιστάθηκε;
«Ζητούσε συγγνώμη σε κάθε μπουνιά που έτρωγε. Για επαγγελματικά τσακωθήκαμε».
– Αυτή η ιστορία με τον Μπισμπίκη και τη Βανδή, που βγαίνουν κάθε τόσο να αγκαλιάζονται και να φιλιούνται δημοσίως;
«Τους τη δίνει. Αμα τους τη δίνει να κάνουν έτσι, εμείς θα τους εμποδίσουμε;».
– Ο καθένας κάνει ό,τι θέλει. Αλλά δεν είναι μια επίδειξη όλο αυτό;
«Θα το νιώθουν για να το κάνουν τα παιδιά. Πολλές φορές νιώθεις την ανάγκη να κρατήσεις, να σε κρατήσει κάποιος άνθρωπος – και δημόσια να σε κρατήσει».
– Το έκανες εσύ στο παρελθόν αυτό;
«Περίπου. Διαχυτική δημόσια ήμουν. Οχι σε τέτοιον βαθμό. Σέβομαι το κέφι του καθενός».
– Παρά το πέρασμα του χρόνου, αισθάνεσαι πως έχεις, πώς να το πω, μια παιδικότητα, σαν να μην…
«Αρνούμαι να γεράσω. Αυτό. Θα πεθάνω νέα».
– Θα σκότωνες εσύ κάποιον που είχε κάνει τέτοια δουλειά; Αν ήσουν μητέρα του παιδιού, ας πούμε.
«Νομίζω ναι. Στη Γερμανία είχε συμβεί ένα τέτοιο περιστατικό. Ενα κουκλάκι δέκα ετών, ένα ξανθό κοριτσάκι με ωραία μαλλάκια, το βούτηξε ένας, το βίασε παρά φύσιν και κατά φύσιν, το βασάνισε και το σκότωσε κιόλας, το έπνιξε. Και τον πιάσανε, έγινε η δίκη, πήγαινε η μάνα κάθε μέρα στο δικαστήριο. Εμπαινε, έβγαινε. Σε ψάχνουν όταν μπαίνεις στο δικαστήριο. Ε, την 28η μέρα δεν σε ψάχνουν πια. Την 28η μέρα εκείνη είχε ένα πιστόλι στην τσάντα της, πλησίασε, άνοιξε την τσάντα, μπαμ, μπαμ, μπαμ, τον έκανε κόσκινο στις σφαίρες τον φονιά, μέσα στο δικαστήριο. Και -το πιο χαριτωμένο- τη δικάσανε… Με ποια ποινή; Φόνος εντός δικαστηρίου».
– Πόσο;
«Εξι μήνες. Δεν είναι τέλειο;».
– Αυτό λέγεται αυτοδικία βέβαια…
«Το παιδί σου να σ’ το βιάσουν, να σ’ το βασανίσουν και να σ’ το πνίξουν κιόλας; Μα τι λες τώρα;».